Η μετάβαση από τον προφορικό στο γραπτό λόγο

O προφορικός  και ο γραπτός λόγος είναι ένα μέσο επικοινωνίας των ανθρώπων, διαδραματίζουν πρωταρχικό ρόλο στην εξέλιξη της και αποτελούν δύο ισότιμες μορφές επικοινωνίας με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Ο προφορικός λόγος κατακτιέται μέσω της επικοινωνίας και της αλληλεπίδρασης από τα πρώτα κιόλας έτη της ζωής ενός ανθρώπου. Ο προφορικός και ο γραπτός λόγος διαφέρουν πολύ ως επικοινωνιακές δραστηριότητες καθώς ο δεύτερος δεν αποτελεί μέρος της υπόστασης του ανθρώπου. Αυτό σημαίνει πως στον γραπτό λόγο υπάρχουν η σύνταξη, το λεξιλόγιο και η στίξη.
 Έτσι, ο άνθρωπος για να κατακτήσει το γραπτό λόγο θα πρέπει πρώτα να φτάσει στην ηλικία εκείνη όπου ο γραπτός λόγος δε θα αποτελεί απογοήτευση αλλά επιτυχία και θα είναι σε θέση να τον κατανοήσει.

Πηγή έμπνευσης για το σημερινό άρθρο υπήρξαν οι γονείς, τους οποίους απασχολεί η μετάβασή του παιδιού από τη χρήση του προφορικού λόγου σε εκείνη του γραπτού. Η μεταφορά από τον προφορικό στο γραπτό λόγο είναι μια σημαντική ανθρώπινη κατάκτηση. Ωστόσο,  αν και ο προφορικός λόγος κατακτάται σχεδόν «μηχανικά» μέσα από την επικοινωνία, ο γραπτός λόγος  αλλά κυρίως η αποκωδικοποίησή αυτού είναι μια διαδικασία χρονοβόρα που συντελείται συνήθως μέσω του σχολείου.

Για να είναι σε θέση ένα παιδί να γράψει περνά από εξελικτικά στάδια. Τα παιδιά, έως την ηλικία των 6 ετών περίπου, τροφοδοτούνται με τα απαραίτητα εφόδια που χρειάζονται για τη σχολική φοίτηση. Στο νηπιαγωγείο κατακτώνται κάποιες από τις δεξιότητες εκείνες που βοηθούν το παιδί ώστε να μάθει γραφή αλλά και ανάγνωση. Οι σημαντικότερες από αυτές είναι η  καλή αντίληψη χωροχρονικού προσανατολισμού, ικανότητες οπτικής και ακουστικής διάκρισης, επαρκές λεξιλόγιο, διατήρηση προσοχής, μνήμη, η φωνολογική επίγνωση (η ικανότητά της αναγνώρισης  των διακριτών  τμημάτων των λέξεων στον προφορικό λόγο και ο χειρισμός τους).

Παιδιά που δεν έχουν κατακτήσει μία ή και περισσότερες από αυτές τις δεξιότητες ενδεχομένως να μη γνωρίζουν τι πραγματικά γράφουν κάνοντας μη σταθερά λάθη, να έχουν ακατάστατη γραφή, να μη καταφέρνουν να συγκεντρωθούν τον απαιτούμενο χρόνο σε μία συγκεκριμένη δραστηριότητα, να μην έχουν επαρκές λεξιλόγιο, να μη κατανοούν το περιεχόμενο του γραπτού τους, να αποκτούν μηχανική ανάγνωση, η ανάγνωση τους να είναι αργή και συλλαβιστή , να συγχέουν τα κεφαλαία γράμματα με τα μικρά, να συγχέουν τα γράμματα που φαίνονται να μοιάζουν μεταξύ τους, να δυσκολεύονται να κατανοήσουν τις προμαθηματικές έννοιες, να μεταφέρουν στο γραπτό τους τα λάθη που ενδεχομένως παρουσιάζουν και στον προφορικό λόγο.

Υπάρχει πληθώρα δραστηριοτήτων που βοηθούν τα παιδιά ώστε να κατακτήσουν τις δεξιότητες που σχετίζονται με τη γραφή και να διευκολύνουν την μετάβαση από τον γραπτό στο προφορικό λόγο. Στόχος είναι το παιδί, μέσω πολλών δραστηριοτήτων και βιωματικών εμπειριών, να βελτιώνεται σταδιακά ώστε να βοηθηθεί στην ανάγνωση και στην επικοινωνία μέσω του γραπτού λόγου.

 Η πρόληψη και η αντιμετώπιση των δυσκολιών από ειδικούς θεραπευτές είναι απαραίτητα πριν το παιδί έρθει αντιμέτωπο με τη σχολική αποτυχία. Πάντα η πρόληψη είναι καλύτερη από την θεραπεία.


Κατερίνα Χ. Δήμου 
Λογοθεραπεύτρια ΑΤΕΙ Ηπείρου
                                                                       Εξειδίκευση του Πανεπιστημίου Μακεδονίας