Συχνά συμβαίνει οι γονείς να αναζητούν απαντήσεις σε ερωτήματα που τους απασχολούν σχετικά με την άρθρωση των παιδιών τους. Όπως το κάθε παιδί αναπτύσσεται σωματικά, έτσι αναπτύσσεται και εξελίσσεται και η ομιλία του.
Οι δυσκολίες που παρουσιάζονται στην ορθή παραγωγή των ήχων της ομιλίας στις ηλικίες όπου θα έπρεπε να έχουν ξεπεραστεί, ονομάζεται διαταραχή της άρθρωσης. Ένα αρκετά υψηλό ποσοστό παιδιών μεταξύ 4 – 8 ετών, με τυπική ανάπτυξη, εμφανίζει διαταραχή της άρθρωσης, η οποία ανάλογα με την ακριβή ηλικία, το νοητικό δυναμικό και την νευρολογική εξέλιξη του παιδιού, διαχωρίζεται σε ελαφρά, μέτρια ή ακόμη και σοβαρής μορφής αρθρωτική διαταραχή.
Πότε όμως πρέπει να μας προβληματίσει η δυσκολία που παρουσιάζει ένα παιδί στην σωστή παραγωγή κάποιων ήχων της ομιλίας;
Πάντα υπάρχει ένα ορόσημο, δηλαδή κάποια στάδια ανάπτυξης. Με το πέρας του κάθε σταδίου το παιδί θα πρέπει να έχει κατακτήσει το κάθε γράμμα (την σωστή παραγωγή του σε ήχο). Δεν έχει το κάθε γράμμα (ήχο-φώνημα) την ίδια ηλικία κατάκτησης. Κάποια θεωρούνται πιο εύκολα και κάποια άλλα πιο δύσκολα, για αυτό το λόγο και απαιτείται περισσότερος χρόνος αλλά και κόπος ώστε να κατακτηθούν.
Όταν ένα παιδί συνεχίζει να δυσκολεύεται να παράγει έναν γράμμα (ήχο-φώνημα) και μετά το πέρας της ενδεδειγμένης ηλικίας ή ενδέχεται να υπάρχουν από αυτό το συμβάν επιπτώσεις στη σχολική επίδοση, τότε μπορούμε να κάνουμε λόγο για Αρθρωτική Διαταραχή.
Το σίγουρο είναι πως η λογοθεραπευτική εκτίμηση και αν χρειαστεί λογοθεραπευτική αντιμετώπιση είναι απαραίτητο να πραγματοποιηθεί προτού το παιδί ξεκινήσει τη φοίτηση του στην Α΄ τάξη του Δημοτικού σχολείου. Η βελτίωση είναι γρηγορότερη και αποτελεσματικότερη όταν το παιδί είναι σε θέση να μιλά καθαρά ως τότε.
Εφόσον δε μεσολαβεί κάποια νευρολογική διαταραχή, η άρθρωση οφείλει να μην παρεμποδίζει την ανάγκη ενός ατόμου για επικοινωνία ειδικά όταν αναφερόμαστε στην παιδική ηλικία. Οι δυσκολίες που παρουσιάζονται στην άρθρωση ενός παιδιού διορθώνονται σε ιδιαίτερα μικρό χρονικό διάστημα και καθ’ ολοκληρίαν με την βοήθεια της λογοθεραπείας.
Έτσι, σε περίπτωση που παρατηρηθεί δυσκολία άρθρωσης (η ομιλία του παιδιού δεν γίνεται αντιληπτή από τρίτους, από τους εκπαιδευτικούς του, τους γονείς του ή αδυνατεί να παράγει ορθά ένα γράμμα (ήχο-φώνημα), απευθυνόμαστε άμεσα σε λογοθεραπευτή ο οποίος θα εκτιμήσει αν και για πόσο χρονικό διάστημα, το παιδί χρήζει θεραπευτικής αντιμετώπισης.
Οι αρνητικές επιπτώσεις, που επιφέρει η καθυστερημένη, η ελλιπής ή η μηδαμινή λογοθεραπευτική αντιμετώπιση, στην ψυχολογία του παιδιού είναι σε πολλές περιπτώσεις οδυνηρές και δυσχεραίνουν την καθημερινότητα αλλά και την επίδοση του στη μαθησιακή διαδικασία και το σχολικό πλαίσιο.
Οι δυσκολίες που παρουσιάζονται στην ορθή παραγωγή των ήχων της ομιλίας στις ηλικίες όπου θα έπρεπε να έχουν ξεπεραστεί, ονομάζεται διαταραχή της άρθρωσης. Ένα αρκετά υψηλό ποσοστό παιδιών μεταξύ 4 – 8 ετών, με τυπική ανάπτυξη, εμφανίζει διαταραχή της άρθρωσης, η οποία ανάλογα με την ακριβή ηλικία, το νοητικό δυναμικό και την νευρολογική εξέλιξη του παιδιού, διαχωρίζεται σε ελαφρά, μέτρια ή ακόμη και σοβαρής μορφής αρθρωτική διαταραχή.
Πότε όμως πρέπει να μας προβληματίσει η δυσκολία που παρουσιάζει ένα παιδί στην σωστή παραγωγή κάποιων ήχων της ομιλίας;
Πάντα υπάρχει ένα ορόσημο, δηλαδή κάποια στάδια ανάπτυξης. Με το πέρας του κάθε σταδίου το παιδί θα πρέπει να έχει κατακτήσει το κάθε γράμμα (την σωστή παραγωγή του σε ήχο). Δεν έχει το κάθε γράμμα (ήχο-φώνημα) την ίδια ηλικία κατάκτησης. Κάποια θεωρούνται πιο εύκολα και κάποια άλλα πιο δύσκολα, για αυτό το λόγο και απαιτείται περισσότερος χρόνος αλλά και κόπος ώστε να κατακτηθούν.
Όταν ένα παιδί συνεχίζει να δυσκολεύεται να παράγει έναν γράμμα (ήχο-φώνημα) και μετά το πέρας της ενδεδειγμένης ηλικίας ή ενδέχεται να υπάρχουν από αυτό το συμβάν επιπτώσεις στη σχολική επίδοση, τότε μπορούμε να κάνουμε λόγο για Αρθρωτική Διαταραχή.
Το σίγουρο είναι πως η λογοθεραπευτική εκτίμηση και αν χρειαστεί λογοθεραπευτική αντιμετώπιση είναι απαραίτητο να πραγματοποιηθεί προτού το παιδί ξεκινήσει τη φοίτηση του στην Α΄ τάξη του Δημοτικού σχολείου. Η βελτίωση είναι γρηγορότερη και αποτελεσματικότερη όταν το παιδί είναι σε θέση να μιλά καθαρά ως τότε.
Εφόσον δε μεσολαβεί κάποια νευρολογική διαταραχή, η άρθρωση οφείλει να μην παρεμποδίζει την ανάγκη ενός ατόμου για επικοινωνία ειδικά όταν αναφερόμαστε στην παιδική ηλικία. Οι δυσκολίες που παρουσιάζονται στην άρθρωση ενός παιδιού διορθώνονται σε ιδιαίτερα μικρό χρονικό διάστημα και καθ’ ολοκληρίαν με την βοήθεια της λογοθεραπείας.
Έτσι, σε περίπτωση που παρατηρηθεί δυσκολία άρθρωσης (η ομιλία του παιδιού δεν γίνεται αντιληπτή από τρίτους, από τους εκπαιδευτικούς του, τους γονείς του ή αδυνατεί να παράγει ορθά ένα γράμμα (ήχο-φώνημα), απευθυνόμαστε άμεσα σε λογοθεραπευτή ο οποίος θα εκτιμήσει αν και για πόσο χρονικό διάστημα, το παιδί χρήζει θεραπευτικής αντιμετώπισης.
Οι αρνητικές επιπτώσεις, που επιφέρει η καθυστερημένη, η ελλιπής ή η μηδαμινή λογοθεραπευτική αντιμετώπιση, στην ψυχολογία του παιδιού είναι σε πολλές περιπτώσεις οδυνηρές και δυσχεραίνουν την καθημερινότητα αλλά και την επίδοση του στη μαθησιακή διαδικασία και το σχολικό πλαίσιο.
Κατερίνα Χ. Δήμου – Λογοθεραπεύτρια
Πτυχιούχος ΑΤΕΙ Ηπείρου
Εξειδίκευση Πανεπιστημίου Μακεδονίας
Ειδική εκπαίδευση: Αποκατάσταση ομιλίας, κατάποσης, γνωστικών λειτουργιών μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο