Ηβηφωνία/Εφηβοφωνία
Ηβηφωνία ή εφηβοφωνία είναι διαταραχή φωνής κατά την οποία η φωνή ενός ενήλικα εξακολουθεί να ακούγεται σαν «παιδική». Αυτό συμβαίνει χωρίς κάποια άλλη δυσκολία στην πορεία της ανάπτυξής του. Η φωνή διακυμαίνεται ανάμεσα στους υψηλούς τόνους της παιδικής φωνής και στους μπάσους τόνους της ανδρικής φωνής χωρίς να σταθεροποιείται ή μένει μόνο στους υψηλούς τόνους της παιδικής φωνής. Η ηβηφωνία μπορεί να εμφανιστεί και στα δυο φύλα. Περισσότερο εμφανίζεται στα αγόρια στην αρχή και κατά τη διάρκεια της εφηβείας τους.
Κατά την διάρκεια της εφηβείας, ο λάρυγγας και των δυο φύλων αναπτύσσεται με γοργούς ρυθμούς. Πιο συγκεκριμένα, ο λάρυγγας των αγοριών αναπτύσσεται από την αρχή της εφηβείας έως τα 17 έτη όπου και λαμβάνει τις διαστάσεις ενός ενήλικου ατόμου και οι φωνητικές χορδές των αγοριών, μεγαλώνουν περίπου 1 εκατοστό . Με αυτό τον τρόπο, οι φωνητικές χορδές σχεδόν διπλασιάζονται σε μέγεθος με αποτέλεσμα η φωνή να αποκτά χαμηλότερες συχνότητες και να ακούγεται πιο «μπάσα». Αντίστοιχα η φωνή των κοριτσιών κατά την ενήλικη ζωή κυμαίνεται σε υψηλές συχνότητες και οι φωνητικές χορδές μεγαλώνουν περίπου 3 χιλιοστά. Η ηβηφωνία λοιπόν, οφείλεται οργανικά στον παιδικό λάρυγγα ο οποίος παραμένει παιδικός και οι μύες του δεν είναι έτοιμοι να δεχθούν τις ορμονικές αλλαγές που συμβαίνουν στον οργανισμό του εφήβου.
Η εμφάνιση της ηβηφωνίας σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες έχει αυξηθεί τα δέκα τελευταία χρόνια. Οι ειδικοί εκτός από τις οργανικές αιτίες έχουνε παραθέσει και ψυχολογικούς παράγοντες στους οποίους μπορεί να οφείλεται. Κάποιοι από αυτούς είναι το άγχος για τη σχολική επίδοση, οι υπερπροστατευτικοί γονείς και η χαμηλή αυτοεκτίμηση για διάφορους λόγους. Τα παιδιά και ειδικότερα τα αγόρια που βιώνουν αυτή τη διαταραχή αποφεύγουν να μιλήσουν μπροστά σε κοινό, αποφεύγουν την οπτική επαφή (επαφή με το βλέμμα) την ώρα που μιλούν, συνήθως μιλάνε χαμηλόφωνα, αποφεύγουν να μιλούν στο τηλέφωνο, έχουνε έντονο το αίσθημα του άγχους και της απόρριψης και παρουσιάζουν ιδιαιτέρως χαμηλή αυτοεκτίμηση.
Άλλωστε, σύμφωνα με το «κοινωνικά αποδεκτό» , η ψιλή φωνή σε έναν άντρα έχει αρνητικό αντίκτυπο στην γενικότερη εικόνα του και στην αυτοπεποίθησή του, καθώς τον κάνει να ακούγεται θηλυπρεπής, ενώ μία γυναίκα η φωνή αυτή μπορεί να τη χαρακτηρίσει ως ναζιάρα. Βέβαια, όσοι εκφράζουν τις απόψεις αυτές αδιαφορούν για τις συνέπειες που επιφέρουν στα παιδιά τα οποία έρχονται αντιμέτωπα με την διαταραχή αυτή. Απόψεις οι οποίες φυσικά μπορεί να είναι καταστροφικές καθώς τα παιδιά έχουν να αντιμετωπίσουν σε μία αρκετά δύσκολη και μεταβατική περίοδο της ζωής τους (εφηβεία), την απομόνωση, το άγχος, την μοναξιά και πολλές φορές τη σωματική και ψυχολογική κακοποίηση από συνομήλικους τους (bullying) .
Η διάγνωση της εφηβοφωνίας γίνεται από Ωτορινολαρυγγολόγο – Φωνίατρο, ώστε να γίνει σωστός και πλήρης έλεγχος της ανάπτυξης του λάρυγγα και να αποκλειστεί κάποιο παθολογικό αίτιο. Η αποκατάσταση της φωνής γίνεται από λογοθεραπευτή ειδικευμένο στις διαταραχές φώνησης ο οποίος βεβαίως καθ’ όλη τη διάρκεια της λογοθεραπευτικής παρέμβασης επικοινωνεί και συνεργάζεται με τον Ωτορινολαρυγγολόγο. Η λογοθεραπευτική παρέμβαση σε περιπτώσεις ηβηφωνίας στοχεύει στην απόκτηση «νέας» φωνής.
Ο λογοθεραπευτής αποκαθιστά τη σωστή λειτουργία του λάρυγγα και βοηθά το άτομο να παράγει με τον κατάλληλο τρόπο την φωνή του. Ο ασθενής εκπαιδεύεται στον έλεγχο της δύναμης που ασκείται στις φωνητικές του χορδές και προσπαθεί να τον εντάξει στον αυθόρμητο λόγο του. Η λογοθεραπευτική παρέμβαση έχει διάρκεια μερικών συνεδριών. Η θεραπευτική αντιμετώπιση της διαταραχής αυτής δεν απαιτεί φαρμακευτική αγωγή. Όπως σε οποιαδήποτε διαταραχή απαραίτητη προϋπόθεση για τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα είναι το άτομο να συνεργάζεται με το θεραπευτή, να έχει θέληση ώστε να διορθώσει τη δυσκολία που παρουσιάζει και σίγουρα, ο θεραπευτής να είναι καταρτισμένος κατάλληλα. Η λογοθεραπεία βοηθάει αποτελεσματικά τους εφήβους σε περιπτώσεις διαταραχών φώνησης. Η προσπάθεια του ειδικού έγκειται στο να μετατοπίσει το παιδί την θέση των φωνητικών χορδών κατά την παραγωγή της ομιλίας και να τη σταθεροποιήσει στο κατάλληλο σημείο.
Όλες οι δυσκολίες που μπορεί να παρουσιαστούν στη ζωή ενός ανθρώπου επιδέχονται τεράστιες βελτιώσεις αν εντοπιστούν και αντιμετωπισθούν εγκαίρως από κατάλληλα εκπαιδευμένους ειδικούς που στοχεύουν πρωτίστως στην σωστή αποκατάσταση των διαταραχών και στην ψυχολογική τόνωση των ατόμων που τις παρουσιάζουν. Σε καμία περίπτωση τα άτομα αυτά δε πρέπει να απομονώνονται κοινωνικά. Άλλωστε, ο καθένας μας ξεχωριστά έχει ανάγκη από αποδοχή και επιβεβαίωση.
Κατερίνα Χ. Δήμου
Λογοθεραπεύτρια
Πτυχιούχος ΑΤΕΙ Ηπείρου (Ιωάννινα)